Όλες οι «άγνωστες» λέξεις, που υπάρχουν στο βιβλίο της ιστορίας της τρίτης δημοτικού, με την ερμηνεία τους, τοποθετημένες με αλφαβητική σειρά.
Α
άγαλμα: έργο τέχνης σκαλισμένο σε μάρμαρο, μέταλλο, ξύλο ή άλλο υλικό
αγγείο: δοχείο, συνήθως πήλινο ή πέτρινο
αγγειοπλάστης: αυτός που κατασκευάζει αγγεία
αγγελιοφόρος: αυτός που μεταφέρει μηνύματα, ο ταχυδρόμος
Άδης: ο τόπος που κατοικούσαν οι νεκροί
άθλος: μεγάλο κατόρθωμα
αιχμή: κοφτερή άκρη ή μύτη
ακόντιο: κοντάρι ξύλινο με σιδερένια αιχμή
ακρόπολη: το ψηλότερο σημείο της πόλης
άλσος: μικρό δάσος
αμβροσία: η τροφή των θεών
ανάκτορο: κατοικία του άνακτα (βασιλιά)
αναπαράσταση: η εικόνα ενός πράγματος ή ενός κτιρίου, όπως ήταν στην αρχή
ανασκαφή: το προσεκτικό σκάψιμο από τους αρχαιολόγους, για να βρουν αρχαία αντικείμενα
ανάγλυφο: παράσταση σκαλισμένη σε πλάκα
αοιδός: αρχαίος τραγουδιστής
αποικία: πόλη που κτίζεται σε ξένη χώρα
αργαλειός: το εργαλείο με το οποίο υφαίνουν
άρμα: κάρο με δυο τροχούς που το έσερναν άλογα
αρχαιολόγος: ο επιστήμονας που μελετά αρχαία ευρήματα
ασπίδα: αρχαίο όπλο που προστάτευε το σώμα των πολεμιστών
αυλός: αρχαίο μουσικό όργανο
Β
βραχογραφία: εικόνα ζωγραφισμένη σε βράχο
βωμός: πέτρινο κτίσμα, σαν τραπέζι, που πάνω του οι αρχαίοι έκαναν θυσίες
Γ
γαλαξίας: σειρά από αμέτρητα αστέρια
γλύπτης: καλλιτέχνης που φτιάχνει γλυπτά (αγάλματα)
γλυπτό: το έργο του γλύπτη
Δ
δαυλός: ξύλο που καίγεται και φέγγει
διακοσμώ: στολίζω
δόρυ: ξύλινο κοντάρι με σιδερένια μύτη (ακόντιο)
δέρας: δέρμα ζώου
Ε
ειδώλιο: μικρό πέτρινο ή πήλινο άγαλμα
ερείπια: ό,τι έχει απομείνει από ένα παλιό κτίριο
επιτάφιοι αγώνες: αγώνες που γίνονταν για να τιμήσουν κάποιο νεκρό
εστία: το μέρος του σπιτιού που άναβαν τη φωτιά
Ζ
ζατρίκιο: επιτραπέζιο παιχνίδι, που έμοιαζε με το σκάκι
Η
ημίθεος: ήρωας που ο ένας γονιός του ήταν θεός
ήρωας: αυτός που κάνει μεγάλα κατορθώματα
Θ
θαλασσοκρατία: η κυριαρχία στη θάλασσα
θησαυροφυλάκιο: το μέρος που φυλάνε τους θησαυρούς
θολωτός τάφος: τάφος με στέγη σε σχήμα τρούλου
θώρακας: δερμάτινο ή μεταλλικό κάλυμμα που προστάτευε το στήθος και την πλάτη των πολεμιστών
Ι
ιέρεια: γυναίκα που υπηρετούσε τον ναό
ιερό: αρχαίος ναός
ικέτης: αυτός που παρακαλεί για βοήθεια
ιμάτιο: ρούχο που φοριόταν πάνω από τον χιτώνα
Κ
κάπρος: αγριογούρουνο
κένταυρος: ον, από τη μέση και πάνω άνθρωπος και από τη μέση και κάτω άλογο
κήρυκας: αυτός που διαλαλεί
κηρύκειο: το ραβδί του Ερμή
κιβωτός: πολύ μεγάλο ξύλινο κιβώτιο και τεράστιο πλοίο
κράνος: κάλυμμα που προστάτευε το κεφάλι των πολεμιστών
κτερίσματα: αγαπημένα αντικείμενα του νεκρού, που τοποθετούνταν μαζί του στον τάφο
Λ
λαβύρινθος: πολύπλοκο κτίριο, στο οποίο κάποιος εύκολα χάνεται
λάφυρα: πράγματα που έπαιρναν οι νικητές από τους νικημένους μετά τη μάχη
λεοντή: το δέρμα του λιονταριού
λύρα: μουσικό όργανο με χορδές
λάβα: καυτό υλικό που βγαίνει από τα ηφαίστεια
λίθος: πέτρα
Μ
μαντείο: ναός ή ιερός χώρος, όπου οι άνθρωποι πήγαιναν για να μάθουν το μέλλον
μάντης: ο ιερέας που έλεγε το μέλλον
μέγαρο: το μεγαλύτερο δωμάτιο των μυκηναϊκών ανακτόρων
μουσείο: κτίριο όπου φυλάσσονται και παρουσιάζονται ευρήματα από τα αρχαία χρόνια
μίτος: κλωστή, νήμα
μύθος: φανταστική διήγηση που εξηγεί ένα γεγονός
μυθολογία: βιβλίο που περιέχει τους μύθους ενός λαού, αλλά και η επιστήμη που μελετά
τους μύθους
Ν
νέκταρ: γλυκός χυμός, το ποτό των θεών του Ολύμπου
Ο
οικισμός: μικρό χωριό
οψιανός: γυαλιστερή, σκληρή, μαύρη
πέτρα
Π
πανοπλία: όλα μαζί τα όπλα των αρχαίων πολεμιστών
πεσσοί: αρχαίο παιχνίδι παρόμοιο με την ντάμα
πέλεκυς: τσεκούρι
περικεφαλαία: το κράνος των αρχαίων πολεμιστών
περικνημίδα: κάλυμμα από δέρμα ή μέταλλο που προστάτευε τα πόδια (τις κνήμες) των
αρχαίων πολεμιστών
πιθάρι: μεγάλο πήλινο αγγείο
πλίθες: είδος τούβλων φτιαγμένων με λάσπη και άχυρα και ξεραμένων στον ήλιο
πολιτισμός: τα δημιουργήματα του ανθρώπου που κάνουν τη ζωή του καλύτερη και ομορφότερη
πρεσβεία: αποστολή αντιπροσώπων
προσωπίδα: μάσκα
πολυμήχανος: αυτός που μηχανεύεται πολλά τεχνάσματα
Πυθία: ιέρεια του Απόλλωνα στο μαντείο των Δελφών
πυρσός: δαυλός που φωτίζει
προϊστορία: η περίοδος της ζωής του ανθρώπου πριν από την ιστορία
Ρ
ρόπαλο: ξύλινο χονδρό ραβδί λεπτότερο στη λαβή
Σ
σανδάλι: αρχαίο πέδιλο
σκήπτρο: ραβδί στολισμένο με πολύτιμα υλικά, σύμβολο εξουσίας αρχηγών και μάντεων
σμίλη: εργαλείο που χρησιμοποιείται για το σκάλισμα της πέτρας
συμπόσιο: συγκέντρωση για φαγητό και ποτό
σχεδία: πλοίο κατασκευασμένο πρόχειρα από κορμούς δέντρων
Τ
ταυροκαθάψια: θρησκευτική τελετή στη μινωική Κρήτη
τοιχογραφία: ζωγραφιά σε τοίχο
τροφοσυλλέκτης: αυτός που συλλέγει την τροφή του όπως τη βρίσκει στη φύση
τροχός: εργαλείο που χρησιμοποιεί ο αγγειοπλάστης
Χ
χαλκοφορεμένος: αυτός που φορούσε χάλκινη πανοπλία
χειροπέλεκυς: το πρώτο εργαλείο του ανθρώπου (πέτρα σε σχήμα αμύγδαλου)
χιτώνας: ρούχο που φορούσαν οι αρχαίοι Έλληνες
χλαμύδα: κοντό ρούχο που φορούσαν οι ιππείς
χρησμός: η προφητεία που έδινε στους ανθρώπους ο μάντης
χοιροβοσκός: ο βοσκός των γουρουνιών
Φ
φιλονικία: τσακωμός, καβγάς
Α
άγαλμα: έργο τέχνης σκαλισμένο σε μάρμαρο, μέταλλο, ξύλο ή άλλο υλικό
αγγείο: δοχείο, συνήθως πήλινο ή πέτρινο
αγγειοπλάστης: αυτός που κατασκευάζει αγγεία
αγγελιοφόρος: αυτός που μεταφέρει μηνύματα, ο ταχυδρόμος
Άδης: ο τόπος που κατοικούσαν οι νεκροί
άθλος: μεγάλο κατόρθωμα
αιχμή: κοφτερή άκρη ή μύτη
ακόντιο: κοντάρι ξύλινο με σιδερένια αιχμή
ακρόπολη: το ψηλότερο σημείο της πόλης
άλσος: μικρό δάσος
αμβροσία: η τροφή των θεών
ανάκτορο: κατοικία του άνακτα (βασιλιά)
αναπαράσταση: η εικόνα ενός πράγματος ή ενός κτιρίου, όπως ήταν στην αρχή
ανασκαφή: το προσεκτικό σκάψιμο από τους αρχαιολόγους, για να βρουν αρχαία αντικείμενα
ανάγλυφο: παράσταση σκαλισμένη σε πλάκα
αοιδός: αρχαίος τραγουδιστής
αποικία: πόλη που κτίζεται σε ξένη χώρα
αργαλειός: το εργαλείο με το οποίο υφαίνουν
άρμα: κάρο με δυο τροχούς που το έσερναν άλογα
αρχαιολόγος: ο επιστήμονας που μελετά αρχαία ευρήματα
ασπίδα: αρχαίο όπλο που προστάτευε το σώμα των πολεμιστών
αυλός: αρχαίο μουσικό όργανο
Β
βραχογραφία: εικόνα ζωγραφισμένη σε βράχο
βωμός: πέτρινο κτίσμα, σαν τραπέζι, που πάνω του οι αρχαίοι έκαναν θυσίες
Γ
γαλαξίας: σειρά από αμέτρητα αστέρια
γλύπτης: καλλιτέχνης που φτιάχνει γλυπτά (αγάλματα)
γλυπτό: το έργο του γλύπτη
Δ
δαυλός: ξύλο που καίγεται και φέγγει
διακοσμώ: στολίζω
δόρυ: ξύλινο κοντάρι με σιδερένια μύτη (ακόντιο)
δέρας: δέρμα ζώου
Ε
ειδώλιο: μικρό πέτρινο ή πήλινο άγαλμα
ερείπια: ό,τι έχει απομείνει από ένα παλιό κτίριο
επιτάφιοι αγώνες: αγώνες που γίνονταν για να τιμήσουν κάποιο νεκρό
εστία: το μέρος του σπιτιού που άναβαν τη φωτιά
Ζ
ζατρίκιο: επιτραπέζιο παιχνίδι, που έμοιαζε με το σκάκι
Η
ημίθεος: ήρωας που ο ένας γονιός του ήταν θεός
ήρωας: αυτός που κάνει μεγάλα κατορθώματα
Θ
θαλασσοκρατία: η κυριαρχία στη θάλασσα
θησαυροφυλάκιο: το μέρος που φυλάνε τους θησαυρούς
θολωτός τάφος: τάφος με στέγη σε σχήμα τρούλου
θώρακας: δερμάτινο ή μεταλλικό κάλυμμα που προστάτευε το στήθος και την πλάτη των πολεμιστών
Ι
ιέρεια: γυναίκα που υπηρετούσε τον ναό
ιερό: αρχαίος ναός
ικέτης: αυτός που παρακαλεί για βοήθεια
ιμάτιο: ρούχο που φοριόταν πάνω από τον χιτώνα
Κ
κάπρος: αγριογούρουνο
κένταυρος: ον, από τη μέση και πάνω άνθρωπος και από τη μέση και κάτω άλογο
κήρυκας: αυτός που διαλαλεί
κηρύκειο: το ραβδί του Ερμή
κιβωτός: πολύ μεγάλο ξύλινο κιβώτιο και τεράστιο πλοίο
κράνος: κάλυμμα που προστάτευε το κεφάλι των πολεμιστών
κτερίσματα: αγαπημένα αντικείμενα του νεκρού, που τοποθετούνταν μαζί του στον τάφο
Λ
λαβύρινθος: πολύπλοκο κτίριο, στο οποίο κάποιος εύκολα χάνεται
λάφυρα: πράγματα που έπαιρναν οι νικητές από τους νικημένους μετά τη μάχη
λεοντή: το δέρμα του λιονταριού
λύρα: μουσικό όργανο με χορδές
λάβα: καυτό υλικό που βγαίνει από τα ηφαίστεια
λίθος: πέτρα
Μ
μαντείο: ναός ή ιερός χώρος, όπου οι άνθρωποι πήγαιναν για να μάθουν το μέλλον
μάντης: ο ιερέας που έλεγε το μέλλον
μέγαρο: το μεγαλύτερο δωμάτιο των μυκηναϊκών ανακτόρων
μουσείο: κτίριο όπου φυλάσσονται και παρουσιάζονται ευρήματα από τα αρχαία χρόνια
μίτος: κλωστή, νήμα
μύθος: φανταστική διήγηση που εξηγεί ένα γεγονός
μυθολογία: βιβλίο που περιέχει τους μύθους ενός λαού, αλλά και η επιστήμη που μελετά
τους μύθους
Ν
νέκταρ: γλυκός χυμός, το ποτό των θεών του Ολύμπου
Ο
οικισμός: μικρό χωριό
οψιανός: γυαλιστερή, σκληρή, μαύρη
πέτρα
Π
πανοπλία: όλα μαζί τα όπλα των αρχαίων πολεμιστών
πεσσοί: αρχαίο παιχνίδι παρόμοιο με την ντάμα
πέλεκυς: τσεκούρι
περικεφαλαία: το κράνος των αρχαίων πολεμιστών
περικνημίδα: κάλυμμα από δέρμα ή μέταλλο που προστάτευε τα πόδια (τις κνήμες) των
αρχαίων πολεμιστών
πιθάρι: μεγάλο πήλινο αγγείο
πλίθες: είδος τούβλων φτιαγμένων με λάσπη και άχυρα και ξεραμένων στον ήλιο
πολιτισμός: τα δημιουργήματα του ανθρώπου που κάνουν τη ζωή του καλύτερη και ομορφότερη
πρεσβεία: αποστολή αντιπροσώπων
προσωπίδα: μάσκα
πολυμήχανος: αυτός που μηχανεύεται πολλά τεχνάσματα
Πυθία: ιέρεια του Απόλλωνα στο μαντείο των Δελφών
πυρσός: δαυλός που φωτίζει
προϊστορία: η περίοδος της ζωής του ανθρώπου πριν από την ιστορία
Ρ
ρόπαλο: ξύλινο χονδρό ραβδί λεπτότερο στη λαβή
Σ
σανδάλι: αρχαίο πέδιλο
σκήπτρο: ραβδί στολισμένο με πολύτιμα υλικά, σύμβολο εξουσίας αρχηγών και μάντεων
σμίλη: εργαλείο που χρησιμοποιείται για το σκάλισμα της πέτρας
συμπόσιο: συγκέντρωση για φαγητό και ποτό
σχεδία: πλοίο κατασκευασμένο πρόχειρα από κορμούς δέντρων
Τ
ταυροκαθάψια: θρησκευτική τελετή στη μινωική Κρήτη
τοιχογραφία: ζωγραφιά σε τοίχο
τροφοσυλλέκτης: αυτός που συλλέγει την τροφή του όπως τη βρίσκει στη φύση
τροχός: εργαλείο που χρησιμοποιεί ο αγγειοπλάστης
Χ
χαλκοφορεμένος: αυτός που φορούσε χάλκινη πανοπλία
χειροπέλεκυς: το πρώτο εργαλείο του ανθρώπου (πέτρα σε σχήμα αμύγδαλου)
χιτώνας: ρούχο που φορούσαν οι αρχαίοι Έλληνες
χλαμύδα: κοντό ρούχο που φορούσαν οι ιππείς
χρησμός: η προφητεία που έδινε στους ανθρώπους ο μάντης
χοιροβοσκός: ο βοσκός των γουρουνιών
Φ
φιλονικία: τσακωμός, καβγάς
0 Σχόλια